Το λαϊκό Παραμύθι & οι Κοινωνικοί Ρόλοι
Παραμύθι, Παραμυθεύομαι- ομηρικό ρήμα- συμβουλεύω.
Σκοπός του: να διασκεδάσει Παρά (κοντά) – μύθος (λόγια)
Ένα λαϊκό λογοτεχνικό είδος που μεταδίδεται προφορικά σε απλή γλώσσα και έχει ως χαρακτηριστικά το θαυμαστό, το μαγικό, πέρα από τα ανθρώπινα μέτρα, υπερβατικό.
Μια διήγηση φανταστική και κατά κανόνα διασκεδαστική, που δεν ξέρει μέσες λύσεις, εκεί που η ανθρώπινη δύναμη είναι ανίσχυρη, ένας από μηχανής θεός, μια μαγική δύναμη, οδηγεί στο θαύμα. Το παραμύθι, δεν έχει ιστορική βάση, κινείται ελεύθερα στο χώρο και στο χρόνο και ο ήρωας πάντα θριαμβεύει.
Το κοινό στο οποίο απευθύνεται είναι τα Παιδιά, αλλά και οι Ενήλικες.
Επιβιώνοντας στη διάρκεια των αιώνων, το παραμύθι, υπέστη πολλές διεργασίες που αποτυπώνονται σ’ αυτό, τόσο στην πολυσυνθετότητα των νοημάτων του όσο και στη σφαιρικότητα και διορατικότητα με την οποία συλλαμβάνει την ανθρώπινη ψυχή. Γι’ αυτό τον λόγο, για να ερμηνευτεί το περιεχόμενο και η φύση του παραμυθιού, χρειάσθηκε να μελετηθεί μέσα από το πρίσμα πολλών και διαφορετικών επιστημονικών θεωριών: μυθολογική (ανάπτυξη των κοσμογονικών μύθων), συμβολιστική, (αλληγορίες θρησκευτικών δοξασιών), ψυχαναλυτική (έκφραση των ονείρων και των ψυχικών καταστάσεων του ατόμου ή της ομάδας), ανθρωπολογική (πολιτιστικά βιώματα από τη ζωή των πρωτόγονων κοινωνιών). Το λαϊκό παραμύθι αποτέλεσε από πολύ παλιά ένα από τα βασικότερα μέσα ψυχαγωγίας και απευθυνόταν σε ενήλικο κοινό, αρχικά, και αργότερα σε παιδιά.
Το παραμύθι «προσδιορίζει με τρόπο φανταστικό και συμβολικό τα ουσιώδη βήματα προς την ωριμότητα και την ανεξαρτητοποίηση του ατόμου και επίσης, αντιπροσωπεύει, με τρόπο φανταστικό, τη διαδικασία της ανθρώπινης ανάπτυξης». Tο παραμύθι εκφράζει και παιδαγωγεί με μεγαλύτερη ακρίβεια σε σύγκριση με οποιοδήποτε άλλο λογοτεχνικό κείμενο, διότι μειώνει την περίπλοκη διαδικασία της κοινωνικοποίησης με απλά μόνον παραδείγματα.
Οι ήρωες
Το βάρος της αφήγησης των παραμυθιών πέφτει στην πλοκή, στις περιπέτειες των ηρώων και όχι στους ίδιους τους ήρωες. Οι ήρωες / ηρωίδες σπάνια αναφέρονται με το όνομά τους. Συνήθως αναφέρονται σε σχέση με τον κοινωνικό τους ρόλο και όταν υπάρχει όνομα είναι κυρίως περιγραφικό, χαρακτηρίζονται απλώς ως όμορφοι- όμορφες ή/και καλοσυνάτοι και αναφέρονται με ονόματα που συνήθως συμβολίζουν κάτι πχ Σταχτοπούτα, Κοκκινοσκουφίτσα.
Οι ρόλοι του λαϊκού παραμυθιού είναι «σεξιστικά» προσδιορισμένοι με την έννοια ότι δεν είναι οι πραγματικοί ρόλοι που το γυναικείο φύλο μπορεί να αναλάβει, αλλά αυτοί που οι άνδρες ως κρατούντες και «ισχυρό φύλο» θεωρούν ότι πρέπει να αναλάβουν οι γυναίκες, ώστε να μην κλονισθεί η ανδρική κυριαρχία. Για τον λόγο αυτό, η ηρωίδα του παραμυθιού είναι γλυκιά, χαρούμενη και πανέμορφη και περιμένει τον άνδρα-πρίγκιπα να την βγάλει από την δύσκολη θέση στην οποία έχει περιέλθει. Π.χ., η Σταχτοπούτα περιμένει να σαγηνεύσει τον πρίγκιπα στον χορό για να τη διεκδικήσει, να φορέσει το γοβάκι και να γίνει γυναίκα του για να γλιτώσει την κακομεταχείριση. Η Ωραία κοιμωμένη και η Χιονάτη περιμένουν το φιλί του πρίγκιπα για να επανέλθουν στη ζωή. Οι ήρωες και οι ηρωίδες των λαϊκών παραμυθιών πορεύονται παράλληλα προς έναν κοινό «στόχο», την «ολοκλήρωσή τους» ως άτομα, προβάλλοντας έμφυλες εικόνες, πρότυπα και αναπαραστάσεις συγκεκριμένων κοινωνικών μοντέλων.
Η βασιλοπούλα, η πιο ελκυστική παρουσία στο μαγικό παραμύθι λειτουργεί σχεδόν αποκλειστικά, ως έπαθλο για τον ήρωα που θα φέρει σε πέρας με επιτυχία την αποστολή του. Η απόκτηση της βασιλοπούλας είναι πάντα μια δύσκολη υπόθεση καθώς εκείνη ζει σε έναν άγνωστο τόπο, κρυμμένη με μαγικούς φύλακες ή με τον ανταγωνιστικό προς τον ήρωα πατέρα της.
Τέλος το παραμύθι «δεν έχει γένος», αλλά βοηθάει τα παιδιά και των δυο φύλων να κατανοήσουν τον κόσμο των ενηλίκων και να προχωρήσουν ομαλά στην ολοκλήρωσή τους ως προσωπικότητες. Το παιδί μπορεί εύκολα να ταυτιστεί με έναν ήρωα του παραμυθιού, επειδή παρουσιάζεται ξεκάθαρα ο χαρακτήρας του. Δηλαδή από την αρχή έως το τέλος του παραμυθιού, ο ήρωας / η ηρωίδα θα είναι είτε καλός/ καλή είτε κακός/ κακιά. Άλλωστε, στο λαϊκό παραμύθι ο καθένας μας θα μπορούσε να ταυτιστεί με τον ανώνυμο παραμυθιακό ήρωα/ ηρωίδα, που μέσα από τις δοκιμασίες καταφέρνει να φτάσει στην ωριμότητα και να μετατρέψει την αγωνία του σε θρίαμβο.
Οι πρίγκιπες στα λαϊκά παραμύθια έρχονται για να δώσουν ένα ευτυχισμένο τέλος στα βάσανα της ηρωίδας. Η ένωσή τους συμβολίζει την ωριμότητα. Με κάθε ευτυχισμένο τέλος, η γεύση της αγαλλίασης του παιδιού-ακροατή, επέρχεται με την οικογενειακή αποκατάσταση της ηρωίδας. Εδώ πρέπει να επισημάνουμε πως τα μηνύματα που βγαίνουν από αυτά τα παραμύθια, μιας και προέρχονται από πατριαρχικές κοινωνίες, είναι ότι ο γάμος με έναν πρίγκιπα, η απόκτηση παιδιών και οικογένειας είναι η αυτοπραγμάτωση που πρέπει να επιζητά κάθε κορίτσι στον πραγματικό κόσμο.
Έξω από τα όρια των κοινωνικών συμβάσεων κινούνται και οι υπερφυσικές μορφές. Μοίρες, Γοργόνες, Νεράιδες, Λάμιες γένους θηλυκού, αλλά με ελάχιστα οφθαλμοφανή χαρακτηριστικά του φύλου τους, αποκόπτονται από τα ανθρώπινα και κινούνται σε άλλη σφαίρα. Οι Μοίρες και οι Νεράιδες έχουν συνήθως ευνοϊκή επιρροή στον ήρωα, ενώ αντίθετα η Γοργόνα, η Λάμια και η Στρίγγλα, θέλουν να τον βλάψουν ή του ζητάνε ανταλλάγματα, προκειμένου να τον βοηθήσουν ή να μην του κάνουν κακό. Τα υπερφυσικά αυτά όντα, είναι σύμβολα ομορφιάς, καλοσύνης, μοχθηρίας, χειραφέτησης ή παθητικότητας, ερωτισμού και ανυποταξίας, ενώ διασώζουν το συλλογικό και πανανθρώπινο δέος μπροστά στις δυσερμήνευτες πτυχές της ψυχής και του κόσμου. Οι υπερφυσικές δυνάμεις των συγκεκριμένων μορφών, αποτελούν τον δίαυλο επικοινωνίας του ακροατή με τον αν-ορθολογικό κόσμο.
Οι εκπρόσωποι της ψυχανάλυσης ασχολήθηκαν πολύ νωρίς με το λαϊκό παραμύθι, εστιάζοντας την προσοχή τους τόσο στην καταγωγή του όσο και στις λειτουργίες και τους συμβολισμούς του. Για τους βασικούς εκπροσώπους της ψυχανάλυσης, όπως ο Freud και ο Jung, ο όρος “λαϊκό παραμύθι” έχει μια δυναμικότητα. Ο πρώτος τα θεώρησε ως ένα είδος ψυχολογίας που προβαλλόταν στον εξωτερικό κόσμο, ενώ ο δεύτερος ως όνειρα του υποσυνειδήτου (Tatar, 1992). Σύμφωνα με το ψυχαναλυτικό μοντέλο προσέγγισης, ο Bettelheim (1995) αναφέρει ότι τα παραμύθια μεταφέρουν σημαντικά μηνύματα στο συνειδητό, στο προσυνειδητό και στο ασυνείδητο. Όπως ξετυλίγονται οι ιστορίες των παραμυθιών, ενσαρκώνουν τις πιέσεις του Εκείνου (id), επιτρέπουν την αναγνώρισή τους και υποδεικνύουν δρόμους για την ικανοποίηση των πιέσεων που, όμως, ευθυγραμμίζονται με τις απαιτήσεις του Εγώ (Ego) και του Υπερεγώ (Superego). Τα λαϊκά παραμύθια δεν είναι τόσο αθώα όσο φαίνονται, καθώς με τη χρήση συμβόλων, προβάλλουν πάθη και ανομολόγητες καταστάσεις.
Το λαϊκό παραμύθι εκφράζει τους απωθημένους παραβατικούς πόθους και τις καταπιεσμένες επιθυμίες του ατόμου. Σε αυτές τις επιθυμίες συγκαταλέγεται και η ερωτική, τόσο με θεμιτή κοινωνικά μορφή όσο και με παραβατική. Η σεξουαλική κακοποίηση ανήκει στον δεύτερο τύπο και στη ζωή απαντάται συχνά.
Ο λόγος του παραμυθιού είναι συμβολικός και ο κόσμος του φανταστικός και έτσι αφήνει στα παιδιά το περιθώριο να διαχειριστούν ψυχικές εκδηλώσεις, που έξω από τον παραμυθιακό χώρο θα ήταν απειλητικές γι’ αυτό και δεν θα το τολμούσαν ποτέ. Την ώρα που ένα παιδί ακούει ή διαβάζει παραμύθι του δίνεται η δυνατότητα να αναμετρηθεί με το κακό, να το νικήσει και έτσι το παιδί να βγει από τις δύσκολες συναισθηματικές του καταστάσεις.
.
Συμβολική προσέγγιση του λαϊκού παραμυθιού
• Ο δράκοντας = το κακό και την δυσκολία στη ζωή του κάθε ανθρώπου
• το μήλο = το τέλος της αθωότητας
• Το γοβάκι = θηλυκότητα
• Χρώματα: Το λευκό = αγνότητα της παιδικής ηλικίας. Το κόκκινο = σεξουαλική επιθυμία
• Το μαύρο χρώμα = το πένθος.
• Το χρυσό συμβολίζει = κάτι που είναι πολύτιμο
Συμπεράσματα
Ο άνθρωπος και ιδίως το παιδί, έχει την ανάγκη για εσωτερική ολοκλήρωση. Κάθε παραμύθι υποδεικνύει διάφορους τρόπους για εσωτερική ηρεμία, καλλιεργεί τη φαντασία και την ευρηματικότητα του παιδιού, το συναίσθημα και την ανθρωπιά του, τη δημιουργικότητα και την καλλιτεχνική δεξιότητα. Η σχέση του παιδιού με το παραμύθι στη σημερινή εποχή είναι δύσκολη. Οι ακροατές / ακροάτριες των παραμυθιών βλέπουν τις καταστάσεις που περνά ο ήρωας κάπως υπόγεια, αποστασιοποιημένοι από ψυχολογικές ανησυχίες που τον κατακλύζουν. Ίσως να είναι αλήθεια, ότι το παραμύθι εξελίσσεται στο χώρο του εξωπραγματικού και τα άτομα μπορούν να ταυτιστούν με μορφές και πράξεις που τους ταιριάζουν, προβάλλοντας συναισθήματα.
Βιβλιογραφία
Bettelheim, Β. (1995). Η γοητεία των παραμυθιών: μια ψυχαναλυτική προσέγγιση/μετ. Ελένη Αστερίου. Αθήνα: Γλάρος.